Ο ρόλος του παιχνιδιού στην ανάπτυξη του παιδιού
Ο ρόλος του παιχνιδιού στην ανάπτυξη του παιδιού


Ο θεσμός του παιχνιδιού είχε πάντα μεγάλη παιδαγωγική αξία μέσα στο πέρασμα των αιώνων. Από την Ομηρική στην Ολυμπιακή, στην Ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο, από τον Μεσαίωνα στην αναγέννηση και εντέλει στην νεότερη και σύγχρονη εποχή.
Το παιχνίδι είναι πρωταγωνιστής στην ανάπτυξη του παιδιού αφού διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην γνωστική, κινητική/ σωματική, κοινωνική, συναισθηματική εξέλιξη του παιδιού. Πρόκειται για ένα θέμα σύνθετο με μεγάλο επιστημονικό ενδιαφέρον και πλούσια βιβλιογραφία, σύμφωνα με την οποία υπάρχουν διάφοροι ορισμοί για το τι είναι παιχνίδι αλλά και διάφορες έννοιες που σχετίζονται με την συγκεκριμένη λειτουργία.
Παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις που υπάρχουν, κυριαρχεί η άποψη ότι το παιχνίδι είναι μια δραστηριότητα, η οποία αν και ξεκινά από «βιολογικές ενορμήσεις» έχει κοινωνικό και πολιτιστικό υπόβαθρο. Τα άτομα που λαμβάνουν μέρος σε αυτή τη δραστηριότητα, την επιδιώκουν, κατακλύζονται από το αίσθημα της απόλαυσης και συμμετέχουν με τη θέληση τους.
Η σχέση του παιδιού µε το παιχνίδι είναι αµφίδροµη: όσο το παιδί παίζει αναπτύσσει δεξιότητες και όσο αναπτύσσεται βελτιώνει το παιχνίδι του. Πώς όμως
και σε ποιους τοµείς βοηθά το παιχνίδι στην ανάπτυξη του παιδιού;
Οι κατηγορίες στις οποίες διακρίνεται το παιχνίδι είναι πολλές, ανάλογα με τον τύπο, το περιεχόμενο, την μορφή και τον σκοπό που εξυπηρετεί. Τα βρέφη κατά το πρώτο έτος της ζωής τους θα αναπτύξουν περισσότερες κινητικές δεξιότητες από οποιαδήποτε άλλη περίοδο της ζωής τους. Οι πρώτες κινήσεις κατά την αισθησιοκινητικη περίοδο, είναι ένας ουσιαστικός τρόπος παιχνιδιού και εκμάθησης. Έτσι, σε αυτή τη φάση υπάρχει το εξερευνητικό παιχνίδι ή αισθητηριακό παιχνίδι. Τα παιδία πρώτα εξερευνούν τα αντικείμενα και έπειτα παίζουν. Η εξερεύνηση γίνεται αρχικά με το στόμα και τη γλώσσα, έπειτα με την όραση (κοιτούν επίμονα το αντικείμενο) και στη συνέχεια το πετούν μακριά. Με αυτούς τους χειρισμούς, αναπτύσσουν τις λεπτές τους κινήσεις και τον συντονισμό χεριού – ματιού και έπειτα, όταν έχουν αναπτυχθεί και οι υπόλοιπες κινητικές δεξιότητες τα παιδιά εξασκούν και αυτές.
Από το 2 ο έτος ζωής του παιδιού όπου επιτυγχάνεται καλύτερος συντονισμός του σώματος και επίγνωση των σωματικών κινήσεων και ο συνδυασμός κίνησης αντίληψης, εμφανίζεται το συμβολικό παιχνίδι ή παιχνίδι προσποίησης. Αρχικά είναι μιμητικό, το παιδί μαθαίνει μέσω της μίμησης από τους μεγαλύτερους του σε ηλικία. Σε αυτή τη φάση είναι περισσότερο ρεαλιστικό και προσωποποιημένο. Δίνουν υπόσταση στα άψυχα αντικείμενα (μιλούν σε κούκλες), μαγειρεύουν σε πλαστικά άδεια κουζινικά και μιλούν σε πλαστικά τηλέφωνα. Η φύση του συμβολικού παιχνιδιού αλλάζει κατά την προσχολική ηλικία και γίνεται περισσότερο επινοητικό και μη ρεαλιστικό. Για τον Vygotsky (1978) το συμβολικό παιχνίδι έχει καθοριστικό αναπτυξιακό ρόλο, καθώς είναι μια δραστηριότητα με την οποία τα παιδιά μαθαίνουν να διαχωρίζουν τη θεωρία του αντικειμένου από το ίδιο το αντικείμενο.
Πρόσφατες έρευνες συνδέουν το συμβολικό παιχνίδι με την μη λεκτικής επικοινωνία. Πιο συγκεκριμένα η Deena Skolnick Weisber (2015) καταδεικνύει ότι αυτού του είδους το παιχνίδι συνδέεται με την ανάπτυξη κοινωνικών και γνωστικών λειτουργιών. Έτσι το παιδί μέσα από το παιχνίδι ρόλων προάγει τις σχέσεις με τους συνομηλίκους ενώ παράλληλα ενδυναμώνει και την ανάπτυξη του λόγου μέσα από την αλληλεπίδραση. Καλλιεργείται το συναίσθημα, η γνωστική αντίληψη και ο λόγος.
Το λειτουργικό παιχνίδι, που εμφανίζεται στην ηλικία των 3 ετών και περιλαμβάνει αντικείμενα όπως κούκλες και αυτοκινητάκια ή απλές επαναλαμβανόμενες κινήσεις. Το παιδί στο λειτουργικό παιχνίδι κάνει κάτι απλώς για την ίδια την πράξη και όχι για να δημιουργήσει ένα προϊόν. Καθώς το παιδί μεγαλώνει αρχίζει να παίζει με πιο σύνθετο τρόπο, έτσι από τα 4 έτη προσανατολίζεται στο παιχνίδι κατασκευών. Το παιδί φτιάχνει πάζλ, δημιουργεί κατασκευές με τουβλάκια, έτσι στο στάδιο αυτό έχει στόχο να παράγει κάτι. H Parten (1932) υποστηρίζει ότι κατά την πρώιμη προσχολική ηλικία (στο Feldman, 2009) τα παιδία παίζουν παράλληλο παιχνίδι, στο οποίο όμως δεν αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, τα παιδία παίζουν μαζί, με παρόμοια αντικείμενα χωρίς να συναλλάσσονται. Ένα πιο παθητικό είδος παιχνιδιού είναι το παιχνίδι παρατήρησης, το παιδί παρατηρεί συνομηλίκους του να παίζουν, χωρίς το ίδιο να λαμβάνει μέρος.
Προς το τέλος της προσχολικής ηλικία τα παιδία εμπλέκονται σε πιο σύνθετα είδη κοινωνικού παιχνιδιού στα οποία καλούνται να εντάξουν και την συνδιαλλαγή μέσα σε αυτά. Το συντροφικό και το συνεργατικό παιχνίδι είναι δυο κατηγορίες παιχνιδιού όπου ενθαρρύνεται και αναπτύσσεται η συνεργατική δεξιότητα. Στο
συντροφικό παιχνίδι από την μία, δυο ή περισσότερα παιδιά συναλλάσσονται μεταξύ τους ανταλλάσοντας παιχνίδια και άλλα υλικά χωρίς ωστόσο οι δραστηριότητες να είναι κοινές. Ενώ στο συνεργατικό παιχνίδι από την άλλη, παίζουν ουσιαστικά μαζί και συνεργάζονται, ακολουθούν κανόνες και επινοούν παιχνίδια.
Το παιχνίδι σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό της ομαλής ανάπτυξης του παιδιού. Ειδικά, το μη δομημένο παιχνίδι
έχει αναδειχτεί ως ένα μέσο που βοήθα τα παιδία να αναπτυχθούν: σωματικά, κινητικά, γνωστικά και κοινωνικά. Ενώ και το παιχνίδι στη φύση, έχει διαπιστωθεί ότι είναι πολύτιμο καθώς ο ανακαλυπτικός και εξερευνητικός χαρακτήρας του ενισχύει τη φαντασία και ενεργοποιεί την περιέργεια των παιδιών. Στη φύση μπορούν να ανακαλύψουν την εμπειρία του παιχνιδιού με την χρήση ελεύθερων υλικών στο περιβάλλων, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιήσουν μόνα τους ή σε συνδυασμό με άλλα (βότσαλα, κοχύλια, κλαδιά). Όταν τα παιδία δεν έχουν την ευκαιρία να παίξουν ποιοτικά, ή ανάπτυξη αναστέλλεται και προχωρά με ελλείμματα.
Συμπεράσματα:
Όπως προκύπτει από την βιβλιογραφική ανασκόπηση βασικών θεωριών και ερευνητικών δεδομένων το παιχνίδι αποτελεί ένα σημαντικό μέσο για την ολόπλευρη ανάπτυξη του παιδιού. Συγκεκριμένα, το παιχνίδι βοηθά το παιδί να αναπτυχθεί σωματικά / κινητικά, γνωστικά, πνευματικά, συναισθηματικά και κοινωνικά.
Ήδη από τις πρώτες μέρες της ζωής του ένα μωρό ανακαλύπτει τον κόσμο αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό μέσα από τις αισθήσεις και τις κινήσεις του. Έτσι,
όταν το παιδί παίζει, οργανώνει το νευρικό του σύστημα, ενισχύει τον κινητικό του συντονισμό και την ενδυνάμωση των μυών. Με το παιχνίδι αναπτύσσεται και πνευματικά, καθώς ενισχύεται η φαντασία, η ευελιξία, η δημιουργικότητα και η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων. Πέρα από την σωματική και πνευματική
ανάπτυξη, το παιχνίδι βοηθά το παιδί να εκφράσει τα συναισθήματα του και να βελτιώσει τις κοινωνικές του δεξιότητες. Το παιδί γίνεται μέλος σε ομάδες, κάνει φίλους, αλληλεπιδρά με συνομήλικους, μαθαίνει να μοιράζεται, να συνεργάζεται και να δέχεται την ήτα. Το παιχνίδι αποτελεί ξεχωριστό μέσο που θα του δώσει ευκαιρία να ανακαλύψει τον κόσμο που ζει.
Γράφουν για τη Λογο-Τεχνία:
Λαμπράκης Αντώνης
Κοινωνιολόγος-Εκπ. Ειδικής Αγωγής
MSc Ειδικής Αγωγής
MSc Επιστημών Αγωγής Πρωτοβάθμιας-Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
MSc Σχολική Συμβουλευτική & Καθοδήγηση
Υποψήφιος Διδάκτωρ ΕΚΠΑ Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης
Τομέας Επιστημών Αγωγής
Σωτηρία Σταυρακούδη
Ψυχολόγος
MSc Βιοϊατρικών Επιστημών & Αγωγής στην Πρώιμη παιδική Ηλικία
Βιβλιογραφία
Αυγητίδου, Σ., (2007). Παιχνίδι. Στο Π.Δ. Ξωχέλλης (Επιμ.), Λεξικό της
Παιδαγωγικής (σ. 553-554). Θεσσαλονίκη: Κυριακίδης.
Κροντηρά, Λ., (2002). Ελάτε να παίξουμε μέσα στο χρόνο. Αθήνα: Φυτράκης
Feldman, R. (2009). Εξελικτική Ψυχολογία. Αθήνα: Gutenberg.
Μποτσόγλου, Κ. (2004). Η παιδαγωγική ποιότητα της δραστηριότητας του παιχνιδιού
στην προσχολική εκπαίδευση. Στο Π. Χατζηκαμάρη, & Μ. Κοκκίδου (Επιμ.), Το
παιχνίδι στην εκπαιδευτική διαδικασία. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
Isabell, C., & Temple-Isabell, R. (2007). On the Move: Environments That Stimulate
Motor and Cognitive Development in Infants. Dimensions of early Childhood, 35(3),
30-35.
Piaget, J. (1970). Piaget’s theory. (Trans. Gallerier, G. & Langer, J.), In P.H. Mussen
(Ed.), Carmichael’s manual of child psychology. New York: Wiley.
Scale, B., Almy, M., Nicolopoulou, A, & Ervin-Tripp, S. (1991). Play and the social
context of development in early care and education. New York: Teachers College
Press.
Skolnick-Weisber, D. (2015). Pretend Play. Wires Cognitive Science, 6: 245-261. doi:
10.1002/wcs.1341.
Vygotsky, L. S. (1978). Mind in Society. (Μτφρ. Cole, M., Steiner, J., Scribner, S. &
Souberman, E.), Cambridge, Mass: Harvard University Press.